Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

aformi

Johann Wolfgang Von Goethe 1749-1832

Γερμανός συγγραφέας, φιλόσοφος, ζωγράφος, παιδαγωγός, αλλά και θετικός επιστήμονας ποιητής, λόγιος, νομικός και πολιτικός. Γεννήθηκε 28 Αυγούστου 1749 στη Φραγκφούρτη. Η οικογένεια του ήταν ευπατρίδες κι από τις πιο εύπορες, προσφέροντας του πολλές δυνατότητες μόρφωσης. Στα 15 του έγραψε τα πρώτα του ποιήματα που στη συνέχεια κατέστρεψε. Το 1765 πηγαίνει να σπουδάσει Νομική στη Λειψία από επιθυμία του πατέρα. Εγκατέλειψε γρήγορα τις σπουδές για ν’ αφοσιωθεί στα εικαστικά. Πρώτα ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Παράλληλα εξέδωσε τη του ερωτική ποιητική συλλογή, «Τα Τραγούδια». Στη Λειψία ήρθε σ’ επαφή με το έντονο Ελληνικό στοιχείο τις πόλης. Ως θαυμαστής της αρχαίας ελληνικής γραμματείας αφιέρωσε πολλά έργα του στην Ελληνική Αρχαιότητα. Το «Κι Εγώ Στην Αρκαδία» του παρερμηνεύτηκε αργότερα ως άγνοια της Ελλάδας, καθώς ποτέ δεν είχε επισκεφτεί την Αρκαδία.

Στα 20 του χρόνια αρρωσταίνει κι επιστρέφει στη Φραγκφούρτη. Τότε είναι που ανακαλύπτει μέσα του τον «Φάουστ». Το 1770 πηγαίνει στο Στρασβούργο, τελειώνει τη νομική και παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα ιατρικής, χημείας και βοτανικής. Η λυρικότητα όμως δεν τον εγκαταλείπει. Γράφει ερωτικά τραγούδια εμπνευσμένος απ’ τον έρωτα του για τη Φριντερίκε Μπριόν, «Καλωσόρισμα & Αποχαιρετισμό». Η γνωριμία του με γνωστούς διανοουμένους της εποχής τον οδήγησε σ’ έργα που πήρανε το χαρακτηρισμό «ποίηση της θύελλας κι ορμής».

Ολοκληρώνει τις σπουδές, επιστρέφει στη Φραγκφούρτη κι αποφασίζει ν’ ασχοληθεί με τη δικηγορία, μα την εγκαταλείπει γρήγορα για να γράψει σε πεζό λόγο το έργο του, «Γκαιτς Φον Μπερλίχινγκεν Με Το Σιδερένιο Χέρι». Το 1774 συγκλονισμένος απ’ την αυτοκτονία του φίλου του έγραψε «Τα Πάθη Του Νεαρού Βέρθερου», μυθιστόρημα που λάτρεψε ο Ναπολέων κι έγινε λάβαρο του ηθικού και πνευματικού κινήματος.

Η Βαϊμάρη είναι σημαντικός σταθμός, το 1775, έχοντας ήδη γίνει γνωστός σ’ όλη την Ευρώπη, από τον «Βέρθερο». Αναλαμβάνει καθήκοντα Υπουργού του Δούκα. Το 1779 διορίστηκε κυβερνητικός σύμβουλος (υπουργός τοπικής κυβέρνησης) και το 1782 πήρε τίτλο ευγενείας από τον αυτοκράτορα. Εν τω μεταξύ, ερωτευμένος, γράφει πανέμορφα ποιήματα: «Προς Το Φεγγάρι», «Πάνω Απ’ Όλες Τις Κορφές», «Το Νυχτερινό Τραγούδι Του Οδοιπόρου». Επίσης το μονόπρακτο δράμα «Τα Αδέλφια» και το δράμα «Ιφιγένεια Εν Ταύροις». Ένα από τα ωραιότερα έργα του είναι το «Ταξίδι Στην Ιταλία», που ‘γραψε κατά τη διαμονή του στη Ρώμη και γενικά από τη παραμονή του -αποφασιστικής σημασίας- στη Νότια Ιταλία, στα 1786-88. Είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την Ιταλική Αναγέννηση -μεταξύ άλλων- κι έγραψε την τραγωδία «Έγκμοντ».

Το 1795 συναντά στην Ιένα τον Σίλερ (Friedrich Schiller) κι αναπτύσσεται μεταξύ τους βαθιά φιλία, που κράτησε ως το θάνατο του Σίλερ το 1805. Το 1806 παντρεύτηκε τη Χριστιάνε Βούλπιους, με την οποία είχε ήδη από το 1789 ένα γιο και παράλληλα γράφει σειρά έργων: «Τα Χρόνια Μαθητείας Του Βίλχελμ Μάιστερ» κι «Ερμάνος & Δωροθέα». Η αυτοβιογραφία του «Ποίηση & Αλήθεια», είναι από τ’ αριστουργήματα του Γερμανικού πεζού λόγου.

Ο «Φάουστ» δημιούργημα ολόκληρης ζωής, ολοκληρώθηκε ένα έτος πριν το θάνατο του. Ένα έργο εικόνα της ψυχής του. Τραγωδία, όπως τη χαρακτηρίζει ο δημιουργός, αφού φανερώνει τη τραγικότητα του ανθρώπου, που είναι η πάλη των δύο ψυχών του που η μία θέλει να χωρίσει την άλλη, η μία θέλει να φτάσει ψηλά κι η άλλη να μείνει στη γη. Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Φον Γκαίτε θεωρείται ο πιο ολοκληρωμένος δημιουργός. Το έργο του αποτελείται από τραγούδια, ποιήματα, αφηγήματα, θεατρικά, μυθιστορήματα, επιστολές κι επιστημονικές πραγματείες. Κύριος εκφραστής του ευρωπαϊκού πνεύματος είναι ένα από τα οικουμενικά πνεύματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Είχε ενδιαφέροντα, εκτός από τη λυρική, επική και δραματική ποίηση και στο χώρο των φυσικών επιστημών και δημοσίευσε σχετικές εργασίες. Αποτελεί ίσως τη τελευταία μορφή στα ευρωπαϊκά γράμματα και τις τέχνες της οποίας το έργο παρουσιάζει πολυμέρεια κι όγκο, μεγάλων καλλιτεχνών και διανοουμένων της Αναγέννησης.

Ο συγγραφέας του «Φάουστ», ο υπουργός του κρατιδίου της Βαϊμάρης, ήταν ο ίδιος άνθρωπος που μελέτησε τη μεταμόρφωση στα φυτά, συνέβαλε στη καθιέρωση της εξελικτικής σκέψης, συνέγραψε θεωρία για τα χρώματα, άσκησε κριτική στη μηχανιστική αντίληψη για τη μελέτη της Φύσης κι εισηγήθηκε την ολιστική αντίληψη για την επιστήμη.

Στη διάρκεια της παραμονής του στη Βαϊμάρη κι ενώ ήτανε 34 ετών, εντυπωσιασμένος από τη μορφολογική ομοιότητα των οργάνων που ανήκουνε σ’ οργανισμούς διαφορετικού είδους, διατύπωσε την άποψη πως τα όργανα αυτά δημιουργούνται με βάση ένα κοινό πρότυπο και συνέλαβε την ιδέα της ενότητας και της συνέχειας στη φύση. Η ιδέα μάλιστα αυτή που διατυπώθηκε 70 χρόνια πριν τη διατύπωση της Θεωρίας της Εξέλιξης ήταν ο λόγος που ο Κάρολος Δαρβίνος τον τοποθέτησε ανάμεσα στους προδρόμους της εξελικτικής σκέψης στον πρόλογο της «Προέλευσης Των Ειδών».

Το 1784 ανακάλυψε την ύπαρξη του μη διακρινόμενου (λόγω της απώθησής του στο πρόσθιο τμήμα των άνω γνάθων και της συνοστέωσής του με αυτά) μεσογνάθιου οστού στον άνθρωπο. Η ύπαρξη του οστού αυτού στον πίθηκο προβλήθηκε από τον Γκαίτε ως επιχείρημα στην υποστήριξη της ιδέας του για τη συνέχεια και την ενότητα στη φύση. Το 1790 στο δοκίμιο: «Απόπειρα Ερμηνείας Της Μεταμόρφωσης Των Φυτών» διατύπωσε άποψη πως όλα τα μέρη του φυτού αποτελούν μεταμορφωμένα φύλλα κι επίσης υποστήριξε την ιδέα της ύπαρξης ενός «πρωταρχικού φυτού» από το οποίο προήλθαν όλα τα άλλα. Στο βιβλίο του γράφει:

Οποιοσδήποτε παρατηρήσει, ακόμη κι επιφανειακά την ανάπτυξη των φυτών θα σημειώσει πως συγκεκριμένα εξωτερικά μέρη του φυτού μετασχηματίζονται κατά διαστήματα ώστε ν’ αποκτήσουνε τη μορφή παρακείμενων μερών, άλλοτε ολότελα, άλλοτε σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Έτσι για παράδειγμα, το απλό φύλλο μπορεί να μετασχηματιστεί σε διπλό, αν αντί για τους στήμονες, αναπτυχθούν τα πέταλα που είτε μοιάζουν ακριβώς με τ’ άλλα πέταλα της κορώνας στη μορφή και το χρώμα είτε όχι, διατηρούν ακόμη τα ορατά σημάδια της προέλευσής τους“.

Η μελέτη της συγκριτικής ανατομίας τον οδήγησε να εισηγηθεί το 1790 ένα νέο κλάδο των επιστημών της φύσης, τη Μορφολογία. Σε μια πραγματεία του το 1795 ορίζει τη Μορφολογία, ως “αυτοτελή επιστήμη και βοηθητική της Φυσιολογίας που πρέπει να περιλαμβάνει τη διδασκαλία περί της μορφής, σχηματισμού και μετασχηματισμού των οργανικών σωμάτων“. Σε πραγματείες, επιστολές, διαλέξεις κι επίσης στα βιβλία του για τη μεταμόρφωση των φυτών και τη θεωρία των χρωμάτων, αναπτύσσει ιδέες για την επιστήμη και καταφέρεται εναντίον της μηχανιστικής θεώρησης του κόσμου που είχε επιβάλλει η Νευτώνεια Φυσική.

Με φράσεις του όπως οι ακόλουθες:

Τα φυσικά αντικείμενα πρέπει να γίνεται προσπάθεια να κατανοούνται και να μελετώνται όπως στη πραγματικότητα είναι κι όχι όπως διευκολύνουν τον παρατηρητή τους να είναι…”

Αντιλαμβανόμαστε κάθε μεμονωμένο ζώο ως ένα μικρό κόσμο που υπάρχει για να εξυπηρετεί τη δική του σκοπιμότητα, με τα δικά του μέσα. Κάθε δημιούργημα έχει δικό του λόγο ύπαρξης. Όλα τα μέρη του έχουν μια άμεση επίδραση το ένα στο άλλο, μια σχέση το ένα με το άλλο, έτσι ώστε δικαιολογημένα να το μελετούμε ως ενιαίο από την άποψη της Φυσιολογίας“. Κι ακόμα στο κείμενό του “Για Το Πείραμα Ως Ενδιάμεσο Υποκειμένου & Αντικειμένου“:

Δε μπορούμε ποτέ να ‘μαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στη προσπάθειά μας ν’ αποφύγουμε εσπευσμένα συμπεράσματα από τα πειράματα ή να ‘μαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στην άμεση χρησιμοποίηση αυτών των συμπερασμάτων προκειμένου να επιβεβαιώσουμε κάποια θεωρία. Γιατί κατά τη μετάβαση από τα εμπειρικά στοιχεία στην κρίση, από την γνώση στην εφαρμογή, όλοι οι εσωτερικοί εχθροί του ανθρώπου καιροφυλακτούν: Η φαντασία που τον ανυψώνει πριν καταλάβει ότι τα πόδια του έχουν εγκαταλείψει το έδαφος, η ανυπομονησία, η βιασύνη, η αυτοϊκανοποίηση, η ακαμψία, η φορμαλιστική σκέψη, η προκατάληψη, η επιπολαιότητα, η αναξιοπιστία, όλο αυτό το συνονθύλευμα και η ακολουθία του, βρίσκονται εδώ και ενεδρεύουν εκπλήσσοντας όχι μόνο τον ενεργό παρατηρητή αλλά και τον στοχαστικό παρατηρητή που φαίνεται ασφαλής απ’ όλο αυτό το πάθος“.

Εισάγει την ολιστική αντίληψη για τη μελέτη της φύσης, ασκεί κριτική στο διαφαινόμενο ανταγωγισμό κι επισημαίνει τη θεωρητική σκέψη που βρίσκεται πίσω κι από τη πιο απλή παρατήρηση. Τότε, η επιστημονική του εργασία υποτιμήθηκε καθώς ήτο ξένη προς το ποσοτικό μηχανιστικό πρότυπο που δέσποζε στη μελέτη της φύσης κι αντί αποστασιοποιημένη προσέγγιση του αντικειμένου από τον ερευνητή του, υπογράμμιζε την άμεση συνομιλία του μ’ αυτόν. Η εργασία του αντιμετωπίστηκε σα προϊόν μιας καλλιτεχνικής φύσης που προσπάθησε να ερμηνεύσει τα φαινόμενα της φύσης μ’ ένα είδος φιλοσοφικού ιδεαλισμού. Μετά όμως την εμφάνιση της Φαινομενολογίας στον 20ο αιώνα, δηλαδή της προσπάθειας ν’ απαλλαχτεί ή ερμηνεία των φαινομένων, από τις προϊδεάσεις του μελετητή τους, φαίνεται πως η πρόβλεψή του ότι “…κάποια μέρα οι επιστημονικές μελέτες μου, παρά το λογοτεχνικό έργο μου, θ’ αναγνωριστεί ως η μεγαλύτερη συνεισφορά μου στην ανθρωπότητα” αρχίζει να επιβεβαιώνεται. Είχε δε και μερικές χαρακτηριστικές αδυναμίες, π.χ. έπινε σχεδόν καθημερινά 3 μπουκάλες κρασί.

Πέθανε στις 22 Μάρτη 1832, σ’ ηλικία 83 ετών κι ενταφιάστηκε στον τάφο της ηγεμονικής οικογένειας στη Βαϊμάρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου