Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Ο Βάρναλης για το Βάρναλη

σφυροδρέπανο

Η κε του μπλοκ συνεχίζει το αφιέρωμα στο Βάρναλη σταχυολογώντας αποσπάσματα με προλόγους και κρίσεις του ίδιου του ποιητή στο έργο του.

Αριστερά ο Βάρναλης, δάσκαλος σε σχολείο της Κερατέας..


Σε ένα από τα αισθητικά του άρθρα με τίτλο «τέχνη και πολιτική» απαντά ο ποιητής στις κατηγορίες για στρατευμένη τέχνη και στο δόγμα τέχνη για την τέχνη με τα εξής λόγια:

Το δόγμα η τέχνη για την τέχνη κι ο μύθος «η τέχνη δεν κάνει πολιτική» διαψεύδεται από τα πράγματα. Ο αριστοφάνης, ο ντάντες, ο θερβάντες, ο ζολά, τολοστόης, κάνουνε πολιτική. Πολιτική κατά των κακώς κειμένων. Πολιτική έξω από τα δόντια. Ποιος μυθολόγος της εξωπολιτικής τέχνης θα ‘χει το κουράγιο να υποστηρίξει, πως αυτοί οι ήλιοι του πνευματικού στερεώματος δεν είναι μέγιστοι δημιουργοί του λόγου; Να λοιπόν μια απόδειξη πως η τέχνη μπορεί να κάνει πολιτική χωρίς να πάψει να ‘ναι τέχνη και μάλιστα τρισμέγαλη.

Ζήτημα λοιπόν δεν υπάρχει για το αν η τέχνη κάνει πολιτική και για το αν η πολιτική τη χαλάει. Ζήτημα υπάρχει μόνον, ποια πολιτική δίνει ζωή και δύναμη στην τέχνη και την απλώνει στον χώρο και στον χρόνο και ποια πολιτική την χαλάει, τη σκοτώνει και τη μεταβάλλει σε καπνό χωρίς φλόγα. Ποια πολιτική κάνει ψεύτικη τέχνη και ποια κάνει αληθινή, ποια πολιτική κάνει καλή τέχνη και ποια κακή.


Σχόλια του Βάρναλη για το φως που καίει

Ήτανε για την ελλάδα η πρώτη επαναστατική κραυγή ενάντια στο τεράστιο έγκλημα του παγκόσμιου μακελειού. Αυτή η κραυγή ήτανε γενική σε όλη την ευρώπη από την πρώτη μέρα του πολέμου. Τα αντιπολεμικά μανιφέστα κι έργα ξεπετιούνται πύρινα από τις ουδέτερες χώρες και μάλιστα από την ελβετία όπου είχανε καταφύγει όλοι οι ειρηνιστές,
οι ανθρωπιστές και μαζί τους κοινωνικοί επαναστάτες απ’ όλα τα εμπόλεμα κράτη. Μερικοί από αυτούς ήταν κορυφαίοι της παγκόσμιας σκέψης και δράσης, όπως ο ρομαίν-ρολάν και ο λένιν.

Εμείς εδώ οι καθυστερημένοι ανατολίτες και μοιρολάτρες, πουλημένοι στους ξένους και ντόπιους πράκτορές τους, που παρασταίνανε σε εμάς τους εθνικούς αρχηγούς, δεν καταλαβαίναμε τι πραγματικά συμβαίνει. Η ελλάδα του βενιζέλου και του κωνσταντίνου, η ελλάδα των αμυνιτών και των επιστράτων, η ελλάδα των μπαζαδόρων του πολέμου και των φυγοπόλεμων είχε το περίφημο «αγεφύρωτο χάσμα». Οι μισοί κοντυλοφόροι ονομάζανε προδότρια τη μία φατρία κι οι άλλοι μισοί την άλλη. Μα ούτε μισός άνθρωπος δε βρέθηκε να φωνάξει και στους απ’ εδώ και στους απ’ εκεί «κάτω τα βρωμόχερά σας από το λαό δολοφόνοι».

Πώς λοιπόν τόλμησα εγώ να τα βάλω με τον ιερό θεσμό του πολέμου με τον φυσικό νόμο του αλληλοφαγώματος των ζώων, με την ιστορία που δεν είναι τίποτες άλλο από καταστροφές και ποταμούς αιμάτων, με το θεό τον ίδιο, που πρώτος αυτός έκαιγε τους εχθρούς του με φωτιά ή τους έπνιγε με κατακλυσμούς;

Απλούστατα γιατί το σύνταγμα μου έδινε το δικαίωμα της ελευθερίας λόγου. Όταν έγραψα το φως που καίει ίσχυε ακόμα το σύνταγμα της «βασιλευομένης δημοκρατίας». Κι όταν κυκλοφόρησε το έργο ίσχυε το σύνταγμα της «αβασίλευτης δημοκρατίας».


Ο ποιητής γράφει για τους σκλάβους πολιορκημένους.

Ο θάνατος και η καταστροφή είχαν ξυπνήσει τις συνειδήσεις των λαών και σκορπίσει στους τέσσερις ανέμους τα ψεύτικα συνθήματα των ιμπεριαλιστών. Το έργο στην ουσία του είναι αντιπολεμικό και αντιδεαλιστικό. Αναλαμβάνει να ερμηνέψει τη ζωή ρεαλιστικά, δηλαδή όπως είναι, με τις ασκήμιες της, τους φόβους, τις πλάνες, τις ανθρώπινες αδυναμίες. Και από την βάση αυτή ξεκινώντας ανεβαίνει στο ιδανικό της ελευθερίας όλων των ανθρώπων και όχι μιας τάξης ανθρώπων.


Προλογίζοντας την πέμπτη έκδοση της «αληθινής απολογίας του σωκράτη», το 1956 ο βάρναλης δίνει τις παρακάτω εξηγήσεις για το πνεύμα και το νόημα του έργου.

Μερικοί παρεξηγήσανε το σκοπό και το πνεύμα του έργου. Νομίσανε πως με αυτό χλευάζεται η αρχαία ελλάδα κι ο μεγάλος φιλόσοφος σωκράτης. Λάθος. Η ελλάδα της παρακμής κι ο θεωρητικός της αντίδρασης χρησιμέψανε για πρόσχημα να χτυπηθεί η παρακμή κι η αντίδραση της εποχής μας.

Το σωκράτη, το τέκνο του λαού, που στάθηκε εχθρός του λαού και καταφρονητής της δημοκρατίας, τον κατηγορήσανε τρεις, αλλά τον καταδίκασε ο λαός. Το δικαστήριο της ηλιαίας με τα πεντακόσια μέλη του, ήταν δικαστήριο λαϊκό. Αλλά γιατί τον καταδίκασε ο λαός; Όταν ο θρασύβουλος με τους φυγάδες δημοκρατικούς λεφτέρωσε την πατρίδα και παλινόρθωσε την κυριαρχία του λαού, οι παθοί δε μπορούσαν να ξεχάσουν τα εγκλήματα των τριάντα τυράννων, που ήταν εγκάθετοι του λύσσανδρου και στηρίγματα της ολιγαρχίας. Κι οι παθοί τούτοι, μισούσανε και φοβόντουσαν τους εχθρούς της δημοκρατίας και φίλους των «σπαρτιατικών ηθών». Κι ένας από αυτούς κι από τους σημαντικότερους ήτανε κι ο σωκράτης, ο δάσκαλος των προδοτών αλκιβιάδη και κριτία.

Αλλά αυτά τα «ιστορικά» δεν είναι το θέμα του βιβλίου. Η πρωτοτυπία του είναι τούτη: ο σωκράτης ο ίδιος αναγνωρίζει τα λάθη του και τις ζημιές της διδασκαλίας του. Κι αφού κοροϊδέψει τους δημοκρατικούς της δουλοχτησίας, πάει πιο μπροστά απ’ αυτούς και γίνεται κήρυκας της πανανθρώπινης λευτεριάς.


Το ημερολόγιο της πηνελόπης – προλογίζοντας το βιβλίο λέει ο ποιητής

Παρουσιάζω σήμερα τα ιστορικά της πηνελόπης, σα γραμμένα από την ίδια τη βασίλισσα της ιθάκης και της αρετής –γραμμένα με το χέρι της! Μα πώς μπόρεσε να τα γράψει, αν δεν υπήρχε γραφή; Αλλά τέτοια ψιλοζητήματα δεν τα λογαριάζουν οι αγνοί προγονολάτρες και νεοπατριώτες. Αυτοί θα σκίσουνε τα ιμάτιά τους φωνάζοντας πως είμαι πλαστογράφος του θυμητικού της ιδανικής γυναίκας και διασύρω προδοτικά ένα «μεγάλο εθνικό κεφάλαιο» -μια σκιά! Αφού λοιπόν οι τέτοιοι καλοθελητάδες παίρνουνε για πραγματικότητα το μύθο, γιατί να μην κάνω κι εγώ το μύθο πραγματικότητα; Κι αφού σαν ιστοριογράφοι μεταβάλλουνε την ιστορία σε μυθολογία, γιατί κι εγώ, σα φαντασιογράφος να μη μεταβάλω τη μυθολογία σε ιστορία;

Έχουνε λοιπόν όλο τους το δίκιο να θυμώσουνε. Μα δε θα μολογήσουνε την αληθινή αιτία του θυμού τους. Ξέρουνε πως οι πράξεις, οι στοχασμοί και ο βιός της πηνελόπης, είναι μέσες άκρες ο βιός, οι στοχασμοί και οι πράξεις όλων των αφεντάδων (που ζουν εις βάρος των λαών τους) όποιο και να χουν όνομα κι όποιους καιρούς να μαγαρίζουν...


Κι ένα σύντομο σχόλιο του βάρναλη για τους μοιραίους του.
Το ποίημα χτυπάει τη μερίδα εκείνη του λαού που δε μπορεί να βρει την αιτία της δυστυχίας της κι αυτοεγκαταλείπεται στη μοίρα της, περιμένοντας να σωθεί από κανένα θάμα... Το γεγονός είναι πως υπάρχουν, υπήρχαν και θα υπάρχουνε μοιραίοι, όσο θα υπάρχει κοινωνική ανισότητα και όσο αυτή η ανισότητα θα καλλιεργεί την ομαδική εκ των άνω τύφλωση του έθνους και όσο ο πολύς λαός περιμένει «σωτήρες»


Αντί επιλόγου ένα ανέκδοτο, ενδεικτικό για τις διάφορες κατηγορίες που αντιμετώπισε το φως που καίει

Το 1925 ένα χρόνο πριν την απόλυσή του από τη μέση εκπαίδευση, ένα αντίτυπο από τη συλλογή το φως που καίει στάλθηκε από κάποιο καλοθελητή στον τότε πρωθυπουργό μιχαλακόπουλο με την καταγγελία ότι η συλλογή ήταν μωρή κι ιερόσυλη. Το αντίτυπο κατέληξε στα χέρια του ποιητή. Οι σελίδες προπαντός του πρώτου μέρους είναι οι πιο πολλές γεμάτες από υπογραμμίσεις, θαυμαστικά και χαρακτηρισμούς του τύπου: αηδία, ασυναρτησία, φρενοκομιακά, μωροτάτη αντίληψις της χριστιανικής ηθικής κι άρνησης αναρχικού.

Την κορωνίδα αποτελεί η εικόνα του εξώφυλλου που στην κορυφή της γράφεται η σύσταση βάρναλης καθηγητής εις την παιδαγωγική ακαδημία δηλ την αυθαίρετον σχολήν του γληνού. Στη μέση η απόδειξη: εάν επιθυμείτε κι έχετε καιρόν αναγνώσατε το όλον, αλλά πάντως αναγνώσατε τας σελίδας 40, 53 όπου υβρίζει την παναγίαν τέλος δε από τας σελίδας 61 μέχρι τέλους. Υπογραφή: κ. ζηλεμένος και στο κάτω μέρος ο αβρός χαρακτηρισμός: το κτήνος αυτό είναι βουλγαρικόν. Εντούτοις, επειδή είναι μαλλιαρόν (δηλ δημοτικιστής) εν γνώσει των πίστεών του, το απέστειλαν δις ή τρις υπότροφον (σς: μετά από αυτό το γεγονός απολύθηκε και κατασχέθηκε 2 φορές το βιβλίο).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου